Στις αρχές Φεβρουαρίου κατατέθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αίτηση για την εκδίκαση μιας υπόθεσης που ελάχιστα έγινε γνωστή στην Ελλάδα. Η οργάνωση No patents on Seeds, που υποστηρίζεται από το γερμανικό τμήμα της Greenpeace αλλά και από πολλά κινήματα πολιτών για την οικολογία και την δίκαιη γεωργία, κατέθεσε μήνυση εναντίον της Ευρωπαϊκής Πατέντας EP1962578.
Σ
ύμφωνα με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής πνευματικών δικαιωμάτων το ινδικό πεπόνι, ένα είδος που έχει φυσική αντίσταση στον ιό CYSDV που πλήττει τις καλλιέργειες πεπονιού σε ολόκληρο τον κόσμο, κατοχυρώνεται ως ευρεσιτεχνία στον αμερικανικό κολοσσό Monsanto. Αν και το ινδικό πεπόνι είναι δηλωμένο στην παγκόσμια τράπεζα σπόρων ως παραδοσιακό ινδικό προϊόν, η απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής δίνει το δικαίωμα στην Monsanto, να το κατοχυρώσει και επομένως να απαγορεύσει στους αγρότες να το χρησιμοποιούν, αν δεν το αγοράσουν με τους όρους που θα θέτει η εταιρεία.Μπορεί η υπόθεση να μην παρουσιάζει ενδιαφέρον για το ευρύ κοινό, έχει όμως τεράστια σημασία καθώς η κατοχύρωση σπόρων από εταιρείες κολοσσούς όπως η Monsanto, σχετίζεται άμεσα με το δικαίωμα του αγρότη να επιλέγει τι καλλιεργεί και του πολίτη να γνωρίζει τι καταναλώνει. Η πνευματική κατοχύρωση σπόρων καθιστά τους αγρότες δέσμιους των γιγαντιαίων πολυεθνικών ενώ παράλληλα στερεί από τον καταναλωτή το δικαίωμα να γνωρίζει τι φαγητό φτάνει στο πιάτο του αλλά και τι είδους τροφές καταναλώνουν τα ζώα και κατά συνέπεια και ο ίδιος μέσω των γαλακτοκομικών και του κρέατος.
Αξίζει να σημειωθεί πως η κατοχύρωση της πατέντας δεν περιορίζεται μόνο στα φυτά αλλά οι εταιρείες προσπαθούν να την επεκτείνουν και στα ζώα. Πατέντα έχει χορηγηθεί για τη χρήση των βοοειδών, καθώς οι εταιρείες προσπαθούν μέσα από γενετικές έρευνες να μεγιστοποιήσουν την παραγωγή γάλακτος.
Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο ανησυχητική καθώς οι πολυεθνικές πιέζουν τις κυβερνήσεις της Ευρώπης, να αντικαταστήσουν την παραγωγή σπόρων με τους δικούς τους κατοχυρωμένους, τους οποίους οι αγρότες θα πρέπει να αγοράζουν από τις εταιρείες κάθε χρόνο. Στη Γαλλία όπου καλλιεργούνται περίπου 5.000 ποικιλίες σπόρων, οι 600 είναι κατοχυρωμένοι και αντιστοιχούν στο 99% των σπόρων που καλλιεργούνται προς κατανάλωση. Το Νοέμβριο του 2011 το γαλλικό υπουργείο γεωργίας αποφάσισε πως οι αγρότες οφείλουν να πληρώνουν στις εταιρείες αποζημίωση για τη χρήση των σπόρων τους, ώστε εκείνες να έχουν έσοδα για περεταίρω έρευνες και γενετικές βελτιώσεις των ειδών.
Μπορεί τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα να βρίσκουν σθεναρή αντίσταση στην Ευρώπη και η καλλιέργεια τους να περιορίζεται μόνο σε 110.000 εκτάρια από τα 179 εκατομμύρια καλλιεργήσιμης γης, οι εταιρείες όμως συνεχίζουν τις προσπάθειες για τον έλεγχο της παραγωγής τροφίμων μέσω της κατοχύρωσης τους. Κολοσσοί στο χώρο της αγροκαλλιέργειας όπως η Monsanto, η Syngenta, η Bayer και η Dupont διεκδικούν από την Ευρωπαϊκή Αρχή να κατοχυρώσουν προϊόντα όπως τα αγγούρια, οι ντομάτες, η γλυκιά πιπεριά, η κολοκύθα και τα πεπόνια ενώ παράλληλα προσπαθούν να κερδίσουν το μονοπώλιο σε είδη που προέρχονται από χώρες της Ασίας και της Αφρικής.
Συχνά προσπαθούν μέσω της πατέντας να ελέγχουν όλα τα στάδια παραγωγής, από τη καλλιέργεια ενός προϊόντος μέχρι την άφιξη του στο πιάτο μας. Πριν ένα χρόνο η Monsanto (της οποίας ο ετήσιος τζίρος αγγίζει τα 44 δις δολάρια) ζήτησε να πατεντάρει την μαργαρίνη και τα μπισκότα στα οποία υπάρχουν ίχνη σόγιας, είδος το οποίο έχει ήδη κατοχυρωθεί στην εταιρεία.
Παράλληλα απαίτησε να μην επιτρέπεται έλεγχος για ίχνη γενετικά μεταλλαγμένων ουσιών στα προϊόντα που έχει κατοχυρώσει. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως η εταιρεία έχοντας πατεντάρει ένα προϊόν σε τελικό στάδιο παραγωγής όπως η μαργαρίνη θα έχει παράλληλα μονοπωλήσει και όλη την διαδικασία παραγωγής του ( και φυσικά και τις πρώτες ύλες). Επομένως θα μπορεί όχι μόνο να ελέγχει το προϊόν αλλά και να χρησιμοποιεί γενετικά μεταλλαγμένα είδη στην παραγωγή του, χωρίς να υπόκειται στους ευρωπαϊκούς νόμους που δεν επιτρέπουν την εισαγωγή τους στην Ευρώπη.
Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Πνευματική Κατοχύρωση («πατέντα») αν και δεν επιτρέπει την κατοχύρωση της διαδικασίας, επιτρέπει όμως την κατοχύρωση του τελικού προϊόντος, ακόμα και αν αυτό ανήκει στις συμβατικές καλλιέργειες. Δίνει δηλαδή το δικαίωμα σε μια τεράστια πολυεθνική να πατεντάρει την ντομάτα ως ευρεσιτεχνία αλλά όχι τα στάδια της παραγωγής της. Η ισπανική Consejo Superior de Investigationes Cientificas έχει καταφέρει να κατοχυρώσει ως ευρεσιτεχνία το συμβατικό ηλιέλαιο καθώς και όλα τα προϊόντα που το περιέχουν.
Η Monsanto μέσα από ένα δίκτυο μικρότερων εταιρειών τις οποίες έχει αγοράσει θα καταφέρει σε λίγα χρόνια να κατοχυρώσει ως ευρεσιτεχνία όλα σχεδόν τα φυτά και τα ζώα. Επιχειρεί να επεκτείνει την πατέντα σε προϊόντα όπως τα λουκάνικα, το σαλάμι, το ζαμπόν, τα αυγά αλλά και όσα προϊόντα περιέχουν αυγά, υποπροϊόντα ψαριών ή όσα περιέχουν ίχνη ψαριών, με το επιχείρημα πως στην διαδικασία παραγωγής των προϊόντων αυτών χρησιμοποιήθηκε δική της σόγια (εφόσον ελέγχει το 100% της παγκόσμιας παραγωγής) μέσω των τροφών με τις οποίες ταΐστηκαν τα ζώα που παρήγαγαν τα προϊόντα αυτά.
Αυτό που στην ουσία επιδιώκουν οι τεράστιες πολυεθνικές είναι ο έλεγχος του φαγητού και της παραγωγής του. Είδη όπως το μπρόκολο, οι ντομάτες, το μαρούλι, τα πεπόνια έχουν κατοχυρωθεί ως ευρεσιτεχνίες από τις μεγάλες πολυεθνικές υποχρεώνοντας έτσι τους παραγωγούς να προμηθεύονται τους σπόρους από τις συγκεκριμένες εταιρείες πληρώνοντας «πνευματικά δικαιώματα» και παράλληλα αφαιρώντας τους τη δυνατότητα να τους επαναχρησιμοποιήσουν.
Τέτοιες πρακτικές στην ουσία συνιστούν πειρατεία της φύσης, καταπάτηση του δικαιώματος του καταναλωτή να επιλέγει και τελικά απειλή κατά της ίδιας της δημοκρατίας. Ελέγχοντας την τροφή και την παραγωγή της, ελέγχεις το μέλλον και την αξιοπρέπεια των ανθρώπων.