Επιδεινώθηκε το επίπεδο διαβίωσης των ανηλίκων και μειώθηκε ο αριθμός τους στην Ελλάδα, σύμφωνα με έκθεση της UNICEF, που εξετάζει τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στα παιδιά
Η μείωση των κοινωνικών παροχών, η ανεργία των γονέων, η οικονομική ανέχεια και η ελλιπής πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη επιδεινώνουν, χρόνο με τον χρόνο, τη ζωή των ανηλίκων στην Ελλάδα, σύμφωνα με την
έκθεση της UNICEF «H κατάσταση των παιδιών στην Ελλάδα 2014- Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στα παιδιά» που συντάχθηκε για λογαριασμό της Ελληνικής Επιτροπής της UNICEF σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αθηνών και σκιαγραφεί την κατάσταση των παιδιών στη χώρα, σήμερα. Στη συνέντευξη Τύπου παρουσιάστηκε επίσης ο μεγάλος ετήσιος ραδιομαραθώνιος για τα παιδιά σε όλο τον κόσμο, που θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 10 Απριλίου.
Συγκριτικά με την απογραφή του 2001 ο πληθυσμός των παιδιών στην Ελλάδα μειώθηκε περισσότερο (-9%) από τον συνολικό (-1,1%), επισήμανε ο καθηγητής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Δημοσθένης Δασκαλάκης περιγράφοντας συνοπτικά τα κύρια ευρήματα της έκθεσης. Σύμφωνα με στοιχεία της απογραφής του 2011, τα παιδιά ηλικίας έως 18 ετών είναι 1.889.916, που αντιστοιχούν στο 17,5% του μόνιμου πληθυσμού της χώρας (10.815.197) με τα αγόρια να αποτελούν το 51,2% και τα κορίτσια το 48,8%. Αύξηση σημειώνεται στα παιδιά των αλλοδαπών/μεταναστών, τα οποία το 2011 έφθασαν τα 181.000 άτομα, κατά 11,8% περισσότερα από το 2001 και αναλογούν στο 9,6% του συνόλου των ανηλίκων στην Ελλάδα (από 7,8% το 2001). Επίσης, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, τα νοικοκυριά στην Ελλάδα χωρίς παιδιά κάτω των δεκαπέντε ετών αναλογούν στο 76,5% και με παιδιά στο 23,5% του συνόλου.
Στην Ελλάδα τα παιδιά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού ανέρχονταν σε 686.000, ή στο 35,4%, το 2012, από 30,4% το 2011, με πιο ευάλωτα τα μονογονεϊκά (74,7%) και τα τρίτεκνα/πολύτεκνα (43,7%) νοικοκυριά. Τα παιδιά που ζουν σε νοικοκυριά που κανένας ενήλικος δεν εργάζεται ανέρχονταν σε 292.000, ή 13,2%, το 2012, έχοντας αυξηθεί κατά 204.000 από το 2008. Ο κίνδυνος φτώχειας στους αλλοδαπούς φθάνει το 43,7% για το 2012, ενώ στα παιδιά αυτών βρίσκεται σε υψηλότερα επίπεδα, ξεπερνώντας το 53,1% από 49,6% που ήταν το 2011.
Οι συνθήκες διαβίωσης των παιδιών έχουν χειροτερέψει, καθώς το 74,1% των φτωχών νοικοκυριών με παιδιά και το 29,5% των μη φτωχών, δήλωναν αδυναμία πληρωμής εκτάκτων αλλά και καθημερινών δαπανών. Επίσης η έκθεση καταγράφει δυσκολίες σε εξοφλήσεις πάγιων λογαριασμών, δανείων, αλλά και οικονομική δυσπραγία για διατροφή που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη μέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά. Επιπλέον, το 86,5% των φτωχών νοικοκυριών με παιδιά το 2012 δεν είχαν να ξοδέψουν χρήματα για μια εβδομάδα διακοπών.
Οι παροχές κοινωνικής προστασίας μειώθηκαν κατά 4,9% το 2011 σε σχέση με το 2009. Εκτιμάται ότι σημαντικός αριθμός παιδιών στην Ελλάδα δεν έχει ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη λόγω απώλειας ασφαλιστικών δικαιωμάτων των γονιών τους.
Στον τομέα της εκπαίδευσης, ενώ τα ποσοστά εγγραφής στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι πολύ υψηλά στην Ελλάδα, τα αντίστοιχα στην προσχολική εκπαίδευση παραμένουν χαμηλά. Η συμμετοχή των παιδιών σε υπηρεσίες επίσημης βρεφονηπιακής φροντίδας είναι σταθερά μικρότερη σε σχέση με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αυτό οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στο γεγονός ότι οι υφιστάμενες δομές (κυρίως δημοτικές) δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες των παιδιών.
Μια ακόμα παράμετρος της οικονομικής κρίσης εντοπίζεται στην παράταση της παιδικής ηλικίας. Τα υψηλά ποσοστά φτώχειας (32,3%) και ανεργίας (58,6%) για το 2012 των ηλικιακών ομάδων 16-24 και 15-24 ετών αντίστοιχα, σε συνδυασμό με την εκτόξευση του ποσοστού των ατόμων αντίστοιχων ηλικιακών ομάδων που δεν εργάζονται και ταυτόχρονα δε συμμετέχουν σε κάποιας μορφής εκπαίδευση και κατάρτιση, οδηγούν στην έντονη οικονομική εξάρτηση από τους γονείς τους με αποτέλεσμα να παρατείνουν τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Ενδεικτικό στοιχείο αποτελεί το υψηλό ποσοστό (73,3%) των νέων 20 έως 29 ετών που διαμένει με τους γονείς του και η μέση ηλικία εγκατάλειψης της γονεϊκής στέγης (29,1 έτη) για το 2012.
Ο κ. Δασκαλάκης σημείωσε πως η συγκέντρωση και η επεξεργασία των στοιχείων παρουσιάζεται μέχρι το 2011-2012, και δεν περιλαμβάνονται οι επόμενες χρονιές, που όλα δείχνουν πως θα εμφάνιζαν μια περαιτέρω υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και επιδείνωση της φτώχειας των νοικοκυριών και, κατά συνέπεια, των παιδιών.
http://www.skai.gr/
Η μείωση των κοινωνικών παροχών, η ανεργία των γονέων, η οικονομική ανέχεια και η ελλιπής πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη επιδεινώνουν, χρόνο με τον χρόνο, τη ζωή των ανηλίκων στην Ελλάδα, σύμφωνα με την
έκθεση της UNICEF «H κατάσταση των παιδιών στην Ελλάδα 2014- Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στα παιδιά» που συντάχθηκε για λογαριασμό της Ελληνικής Επιτροπής της UNICEF σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αθηνών και σκιαγραφεί την κατάσταση των παιδιών στη χώρα, σήμερα. Στη συνέντευξη Τύπου παρουσιάστηκε επίσης ο μεγάλος ετήσιος ραδιομαραθώνιος για τα παιδιά σε όλο τον κόσμο, που θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 10 Απριλίου.
Συγκριτικά με την απογραφή του 2001 ο πληθυσμός των παιδιών στην Ελλάδα μειώθηκε περισσότερο (-9%) από τον συνολικό (-1,1%), επισήμανε ο καθηγητής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Δημοσθένης Δασκαλάκης περιγράφοντας συνοπτικά τα κύρια ευρήματα της έκθεσης. Σύμφωνα με στοιχεία της απογραφής του 2011, τα παιδιά ηλικίας έως 18 ετών είναι 1.889.916, που αντιστοιχούν στο 17,5% του μόνιμου πληθυσμού της χώρας (10.815.197) με τα αγόρια να αποτελούν το 51,2% και τα κορίτσια το 48,8%. Αύξηση σημειώνεται στα παιδιά των αλλοδαπών/μεταναστών, τα οποία το 2011 έφθασαν τα 181.000 άτομα, κατά 11,8% περισσότερα από το 2001 και αναλογούν στο 9,6% του συνόλου των ανηλίκων στην Ελλάδα (από 7,8% το 2001). Επίσης, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, τα νοικοκυριά στην Ελλάδα χωρίς παιδιά κάτω των δεκαπέντε ετών αναλογούν στο 76,5% και με παιδιά στο 23,5% του συνόλου.
Στην Ελλάδα τα παιδιά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού ανέρχονταν σε 686.000, ή στο 35,4%, το 2012, από 30,4% το 2011, με πιο ευάλωτα τα μονογονεϊκά (74,7%) και τα τρίτεκνα/πολύτεκνα (43,7%) νοικοκυριά. Τα παιδιά που ζουν σε νοικοκυριά που κανένας ενήλικος δεν εργάζεται ανέρχονταν σε 292.000, ή 13,2%, το 2012, έχοντας αυξηθεί κατά 204.000 από το 2008. Ο κίνδυνος φτώχειας στους αλλοδαπούς φθάνει το 43,7% για το 2012, ενώ στα παιδιά αυτών βρίσκεται σε υψηλότερα επίπεδα, ξεπερνώντας το 53,1% από 49,6% που ήταν το 2011.
Οι συνθήκες διαβίωσης των παιδιών έχουν χειροτερέψει, καθώς το 74,1% των φτωχών νοικοκυριών με παιδιά και το 29,5% των μη φτωχών, δήλωναν αδυναμία πληρωμής εκτάκτων αλλά και καθημερινών δαπανών. Επίσης η έκθεση καταγράφει δυσκολίες σε εξοφλήσεις πάγιων λογαριασμών, δανείων, αλλά και οικονομική δυσπραγία για διατροφή που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη μέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά. Επιπλέον, το 86,5% των φτωχών νοικοκυριών με παιδιά το 2012 δεν είχαν να ξοδέψουν χρήματα για μια εβδομάδα διακοπών.
Οι παροχές κοινωνικής προστασίας μειώθηκαν κατά 4,9% το 2011 σε σχέση με το 2009. Εκτιμάται ότι σημαντικός αριθμός παιδιών στην Ελλάδα δεν έχει ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη λόγω απώλειας ασφαλιστικών δικαιωμάτων των γονιών τους.
Στον τομέα της εκπαίδευσης, ενώ τα ποσοστά εγγραφής στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι πολύ υψηλά στην Ελλάδα, τα αντίστοιχα στην προσχολική εκπαίδευση παραμένουν χαμηλά. Η συμμετοχή των παιδιών σε υπηρεσίες επίσημης βρεφονηπιακής φροντίδας είναι σταθερά μικρότερη σε σχέση με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αυτό οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στο γεγονός ότι οι υφιστάμενες δομές (κυρίως δημοτικές) δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες των παιδιών.
Μια ακόμα παράμετρος της οικονομικής κρίσης εντοπίζεται στην παράταση της παιδικής ηλικίας. Τα υψηλά ποσοστά φτώχειας (32,3%) και ανεργίας (58,6%) για το 2012 των ηλικιακών ομάδων 16-24 και 15-24 ετών αντίστοιχα, σε συνδυασμό με την εκτόξευση του ποσοστού των ατόμων αντίστοιχων ηλικιακών ομάδων που δεν εργάζονται και ταυτόχρονα δε συμμετέχουν σε κάποιας μορφής εκπαίδευση και κατάρτιση, οδηγούν στην έντονη οικονομική εξάρτηση από τους γονείς τους με αποτέλεσμα να παρατείνουν τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Ενδεικτικό στοιχείο αποτελεί το υψηλό ποσοστό (73,3%) των νέων 20 έως 29 ετών που διαμένει με τους γονείς του και η μέση ηλικία εγκατάλειψης της γονεϊκής στέγης (29,1 έτη) για το 2012.
Ο κ. Δασκαλάκης σημείωσε πως η συγκέντρωση και η επεξεργασία των στοιχείων παρουσιάζεται μέχρι το 2011-2012, και δεν περιλαμβάνονται οι επόμενες χρονιές, που όλα δείχνουν πως θα εμφάνιζαν μια περαιτέρω υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και επιδείνωση της φτώχειας των νοικοκυριών και, κατά συνέπεια, των παιδιών.
http://www.skai.gr/