Πριν από χρόνια, ο σωματότυπος ταξινομήθηκε σε δύο κύριες κατηγορίες: στο σώμα «μήλο» και στο σώμα «αχλάδι». Το πρώτο είναι αυτό που έχει μεγάλη συσσώρευση λίπους στην κοιλιά και το δεύτερο αυτό με τη λεπτή μέση, στο οποίο το λίπος αποθηκεύεται περισσότερο στους γλουτούς και στα ισχία. Τα τελευταία χρόνια, ολοένα περισσότερες μελέτες δείχνουν πως δεν αρκεί πλέον να ζυγίζεται μόνον κανείς για να βλέπει αν και πόσα περιττά κιλά διαθέτει, αλλά πρέπει να ελέγχει και την περίμετρο της μέσης του σε συνδυασμό με την περίμετρο των ισχίων του. Και αυτό, διότι όσοι έχουν σώμα «μήλο» αντιμετωπίζουν περισσότερους κινδύνους για την υγεία τους απ΄ ό,τι όσοι έχουν σώμα «αχλάδι».
«Η μεγάλη περιφέρεια μέσης σε σύγκριση με την περιφέρεια των ισχίων αποτελεί παράγοντα κινδύνου για πάρα πολλά σοβαρά νοσήματα, καθώς και μία από τις κύριες συνιστώσες του μεταβολικού συνδρόμου», λέει ο κ. Δημήτρης Τριχόπουλος, καθηγητής Επιδημιολογίας & Πρόληψης του Καρκίνου στη Σχολή Δημοσίας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.
Το μεταβολικό σύνδρομο είναι μια παθολογική διαταραχή, με την οποία περιγράφεται το να έχει ένας ενήλικος ταυτοχρόνως τρεις ή περισσότερους παράγοντες που υπονομεύουν την καρδιαγγειακή υγεία του όπως υπέρταση, παχυσαρκία ειδικά στην κοιλιά, διαβήτη και αυξημένα τριγλυκερίδια.
«Οι έως τώρα μελέτες έχουν δείξει πως η συσσώρευση των περιττών κιλών στη μέση, ένα χαρακτηριστικό της ανδρικής παχυσαρκίας, αυξάνει τον κίνδυνο αναπτύξεως κυρίως στεφανιαίας νόσου, κατ΄ εξοχήν σακχαρώδους διαβήτη και πιθανώς ορισμένων μορφών καρκίνου- κυρίως του ενδομητρίου αλλά ενδεχομένως και του μαστού και του παχέος εντέρου. Υπάρχουν και κάποιες μελέτες που υποδηλώνουν ότι ενδεχομένως διαδραματίζει ρόλο και στον καρκίνο του προστάτη», προσθέτει.
Αν και θα περίμενε κανείς πως ο κίνδυνος καρδιοπάθειας λόγω συσσώρευσης λίπους στην κοιλιά αφορά κυρίως τους άνδρες, μελέτες έχουν δείξει πως δεν αφήνει αλώβητες τις γυναίκες. Μία από αυτές δημοσιεύθηκε στην «Επιθεώρηση της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας» που παρακολούθησε επί 8 χρόνια περισσότερες από 44.000 μεσήλικες γυναίκες. Καμία γυναίκα δεν είχε καρδιοπάθεια ούτε ιστορικό εγκεφαλικού και καρκίνου όταν άρχισε η μελέτη.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, αρκετές εκατοντάδες γυναίκες νόσησαν από στεφανιαία νόσο ή έπαθαν έμφραγμα. Αυτό που διαπίστωσαν οι ερευνητές ήταν πως οι γυναίκες με αναλογία μέσης-ισχίων από 0,76 και πάνω είχαν σημαντικό μειονέκτημα έναντι όσων είχαν αναλογία από 0,72 και κάτω. Και το πιο σημαντικό ήταν ότι ο κίνδυνος αφορούσε ακόμα και γυναίκες οι οποίες δεν είχαν πολλά περιττά κιλά. Τα ευρήματα αυτής και άλλων μελετών έχουν κάνει πολλούς ειδικούς να εκτιμούν ότι όταν το θέμα είναι η υγεία, η αναλογία μέσηςισχίων είναι πιο σημαντική από το σωματικό βάρος καθ΄ εαυτό.
Η κεντρική παχυσαρκία
«Φαίνεται ότι περισσότερο παίζει ρόλο η κεντρική παχυσαρκία, που προσδιορίζεται από την αναλογία αυτή, παρά η παχυσαρκία καθαυτή», λέει ο κ. Τριχόπουλος. «Γι΄ αυτό και πιστεύεται πλέον πως ο δείκτης μάζας σώματος δεν αρκεί για να αξιολογηθεί η υγεία, αλλά πλέον συνιστάται να ελέγχει κανείς πρωτίστως την αναλογία μέσης-ισχίων».
Ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) υπολογίζεται όταν διαιρεθεί το νυν βάρος σε κιλά με το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα. Αναλόγως με το πηλίκο, θεωρείται κανείς ως λιποβαρής, φυσιολογικού βάρους, υπέρβαρος ή παχύσαρκος. Το να έχει ένας ενήλικος- άνδρας ή γυναίκα- ΔΜΣ πάνω από 30 σημαίνει ότι είναι παχύσαρκος, αλλά μόνο αυτό δεν αρκεί για να αξιολογήσει τους κινδύνους για την υγεία του.
Η αναλογία μέσης-ισχίων υπολογίζεται πολύ εύκολα όταν μετρήσει κανείς σωστά την περίμετρο της μέσης του, μετά την περίμετρο των ισχίων του και στη συνέχεια διαιρέσει τους δύο αριθμούς μεταξύ τους. Οι φυσιολογικές τιμές της αναλογίας μέσης-ισχίων είναι κάτω από 0,80 για τις γυναίκες και κάτω από 0,95 για τους άνδρες- με τις τιμές κάτω από 0,70 και κάτω από 0,90 αντίστοιχα να θεωρούνται ιδανικές.
Πόσο αυξάνεται ο κίνδυνος για την υγεία σε όσους έχουν τιμές ΔΜΣ και αναλογίας μέσης-ισχίων πάνω από τα προαναφερθέντα όρια; «Κατά 100% όταν μιλάμε για τον σακχαρώδη διαβήτη και κατά 50% για την καρδιοπάθεια», απαντά ο κ. Τριχόπουλος. «Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι οι παχείς ενήλικοι, με μεγάλη αναλογία μέσης-ισχίων και δείκτη μάζας σώματος πάνω από 30, έχουν διπλάσιο κίνδυνο διαβήτη σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό και μιάμιση φορά υψηλότερο κίνδυνο καρδιοπάθειας».
Το μεγάλο ερώτημα είναι γιατί επηρεάζει τόσο πολύ την υγεία το λίπος στην κοιλιά και στη μέση. «Φαίνεται πως παίζουν ρόλο οι λιποκίνες, ορμόνες οι οποίες παράγονται από τον λιπώδη ιστό», απαντά ο κ. Τριχόπουλος. «Οι κυριότερες από αυτές τις ορμόνες είναι η λεπτίνη και η αδιπονεκτίνη και μολονότι ξέρουμε αρκετά για τον ρόλο τους, ο ακριβής μηχανισμός με τον οποίο αυξάνουν τη νοσηρότητα δεν είναι γνωστός».
Η λεπτίνη ρυθμίζει την πρόσληψη τροφής και την κατανάλωση ενέργειας (θερμίδων), ενώ η αδιπονεκτίνη παίζει ρόλο στη ρύθμιση των επιπέδων των λιπαρών οξέων και των τριγλυκεριδίων.
Οι κοντοί κινδυνεύουν από καρδιοπάθειες, οι ψηλοί από καρκίνο
Εκτός από την αναλογία μέσηςισχίων, η υγεία μας επηρεάζεται και από μία ακόμα παράμετρο: το ύψος μας. Ολοένα και περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι το ανάστημα ενός ανθρώπου μπορεί να αυξήσει ή να μειώσει κατά 10% έως 15% τον κίνδυνο εμφάνισης νοσημάτων όπως η καρδιοπάθεια και ο καρκίνος.
«Αν και τα επιστημονικά στοιχεία δεν είναι τόσο ισχυρά όσο αυτά για την αναλογία μέσης-ισχίων, φαίνεται πως οι πολύ βραχύσωμοι ενήλικοι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου ενώ οι ψηλοί έχουν αυξημένες πιθανότητες να αρρωστήσουν από καρκίνο», λέει ο κ. Δημήτρης Τριχόπουλος.
Σύμφωνα με τις επιστημονικές μελέτες της τελευταίας 25ετίας, ψηλοί θεωρούνται οι άντρες με ύψος άνω του 1,83 μ. και οι γυναίκες πάνω από 1,65 μ., ενώ ως κοντοί θεωρούνται οι άντρες με ύψος κάτω από 1,70 και οι γυναίκες κάτω από 1,50 μ.
Η εξήγηση
«Οι αιτίες αυτών των συσχετίσεων δεν είναι πλήρως εξακριβωμένες. Για τους βραχύσωμους, η πιο απλοϊκή εξήγηση είναι πως επειδή είναι πολύ κοντοί έχουν πιο στενά αγγεία, τα οποία δημιουργούν ευκολότερα στενώσεις και αποφράξεις. Ωστόσο υπάρχουν και άλλοι μηχανισμοί, όπως λ.χ. ότι η παχυσαρκία έχει δυσανάλογες συνέπειες σε αυτούς». Όσον αφορά τους ψηλούς που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρκίνου, «αυτό είναι απόλυτα επιβεβαιωμένο για τον καρκίνο του μαστού στις γυναίκες και λιγότερο τεκμηριωμένο για τον καρκίνο του προστάτη, του ενδομητρίου και του παχέος εντέρου σε άνδρες και γυναίκες», προσθέτει.
Και στις δύο περιπτώσεις, «οι σχέσεις είναι συνεχείς: όσο πιο κοντός τόσο υψηλότερος ο κίνδυνος καρδιοπάθειας και όσο πιο ψηλός τόσο υψηλότερος ο κίνδυνος καρκίνου».
Στους ψηλόσωμους ανθρώπους, η πιθανή εξήγηση για τον αυξημένο κίνδυνο καρκίνου είναι ότι διαθέτουν μεγαλύτερες δεξαμενές βλαστικών κυττάρων, διότι μεγάλο σώμα σημαίνει μεγάλη αναπαραγωγή κυττάρων η οποία για να γίνει απαιτεί πολλά βλαστοκύτταρα. «Κατά την αναπαραγωγή αυτών των κυττάρων είναι που γίνονται οι μεταλλαγές οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν στον καρκίνο», εξηγεί ο κ. Τριχόπουλος.
Η μέση δείχνει και την προδιάθεση για το άσθμα
Η περίμετρος της μέσης μπορεί να επηρεάσει ακόμα και την αναπνευστική λειτουργία των γυναικών, αυξάνοντας τον κίνδυνο να νοσήσουν από άσθμα. Μάλιστα αυτό συμβαίνει ακόμα και σε γυναίκες οι οποίες δεν είναι υπέρβαρες ή παχύσαρκες, σύμφωνα με αρκετές μελέτες.
Η πιο πρόσφατη από αυτές δημοσιεύθηκε προχθές στην επιθεώρηση «Τhorax» και πραγματοποιήθηκε από επιστήμονες του Κέντρου Καρκίνου της Βόρειας Καλιφόρνιας, οι οποίοι παρακολούθησαν περισσότερες από 88.000 γυναίκες. Σύμφωνα με τη μελέτη, η συχνότητα του άσθματος ήταν κατά 37% αυξημένη μεταξύ των εθελοντριών με περίμετρο μέσης πάνω από 88 εκατοστά, ακόμα και όταν είχαν φυσιολογικό σωματικό βάρος.
Επιπλέον, η συχνότητα αυτής της πνευμονοπάθειας ήταν διπλάσια στις υπέρβαρες εθελόντριες και τριπλάσια στις πολύ παχύσαρκες, δηλαδή μεταξύ όσων είχαν Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) από 30 έως 35 και όσων είχαν ΔΜΣ από 40 και πάνω.
Το λίπος
Δεν είναι πλήρως εξακριβωμένο το πώς ακριβώς αυξάνει η συσσώρευση λίπους στην κοιλιά τον κίνδυνο για εμφάνιση άσθματος. Υπάρχουν, όμως, αρκετές πιθανές εξηγήσεις, όπως ότι το λίπος που συγκεντρώνεται στην κοιλιά είναι σπλαχνικό λίπος, το οποίο είναι βιολογικά πιο ενεργό και θα μπορούσε να δρα ως φλεγμονώδης παράγοντας. Μία άλλη πιθανή εξήγηση είναι πως το υπερβάλλον λίπος πιέζει προς τα πάνω το διάφραγμα (είναι ο μυς που χωρίζει την κοιλιά από τον θώρακα και διαστέλλεται για να γεμίζουν καλά οι πνεύμονες με αέρα), δυσχεραίνοντας έτσι την αναπνοή.
Όποια κι αν είναι η εξήγηση, οι ερευνητές εκτιμούν πως η συσχέτιση αυξημένης περιμέτρου μέσηςάσθματος αποτελεί έναν ακόμα λόγο για να φροντίσει κανείς να μην παχαίνει, ιδίως όταν ο οργανισμός του έχει την τάση να συγκεντρώνει το περιττό λίπος στην κοιλιά και όχι στους γλουτούς ή στους γοφούς
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ