Στο κυνήγι ενός άφαντου πλάσματος που φαίνεται να μοιάζει με αρχέγονο οργανισμό που εξαφανίστηκε πριν από 50 εκατομμύρια χρόνια έχουν επιδοθεί επιστήμονες. Με τη βοήθεια εξελιγμένης καταδυτικής τεχνολογίας, οι ειδικοί αναζητούν τα ίχνη του σε βάθος 3 χιλιομέτρων στον Ατλαντικό Ωκεανό, αλλά όσες «παγίδες» κι αν του στήνουν, αυτό διαφεύγει...
Για 33 χρόνια, ο ωκεανογράφος Πίτερ Ρόνα καταδιώκει ένα πανάρχαιο, άφαντο, πλάσμα, στην άβυσσο του Βόρειου Ατλαντικού Ωκεανού. Παρά το ότι έχει στη διάθεσή του έναν υπερσύγχρονο εξοπλισμό για την εξερεύνηση των ωκεανών, το πλάσμα αυτό φαίνεται πως εξακολουθεί να παραμένει αόρατο, πάνω από τον λασπωμένο πυθμένα σε βάθος μεγαλύτερο από 3.000 μέτρα.
Ο δρ Ρόνα είναι διακεκριμένος επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Ράτγκερς των ΗΠΑ, αλλά όσες φορές καταδύθηκε με το θρυλικό βαθυσκάφος «Αlvin» επέστρεψε με άδεια χέρια. Το θήραμά του απέφευγε να πέσει σε όποια παγίδα στηνόταν στον δρόμο του. Το «επιστημονικό» αυτό θήραμα δεν είναι κάποια άσπρη φάλαινα, αλλά ένα από τα αρχαιότερα ζωντανά απολιθώματα στον κόσμο, ίσως το αρχαιότερο. Το ονομάζουν δε ζωντανό απολίθωμα εξαιτίας της ηλικίας του αλλά και για το γεγονός ότι δεν έχει αλλάξει καθόλου εδώ και εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια σχεδόν. Οι πρόγονοι αυτού του πλάσματος, που ανήκαν στο είδος Ρaleodictyon nodosum, εμφανίστηκαν στη Γη μόλις δημιουργήθηκαν οι πρώτες σύνθετες μορφές ζωής. Το ίδιο το πλάσμα θεωρείται ότι είχε εξαφανιστεί από τον πλανήτη μας πριν από 50 εκατομμύρια χρόνια. Στον βυθό του Ατλαντικού, η πολυμελής ομάδα του δρος Ρόνα εντόπισε ιζηματογενή πετρώματα 50 εκατομμυρίων ετών πάνω στα οποία ήταν αποτυπωμένα τα ίχνη του αρχέγονου πλάσματος.
Ανάμεσα σε αυτά είναι και το μυστήριο πλάσμα που αναζητούν οι επιστήμονες έχοντας ως μόνη απόδειξη για την ύπαρξή του μια σειρά από ακόμα πιο περίεργα ίχνη. Τα οποία μοιάζουν με κυψέλη, καθώς αποτελούνται το καθένα από 200 έως 300 τρύπες εξαγωνικού σχήματος. «Δεν πρόκειται απλά για ένα απολίθωμα αλλά για την ένδειξη μιας αρκετά πολύπλοκης μορφής ζωής», λέει στην εφημερίδα «Τhe Νew Υork Τimes» o δρ Άντολφ Σίλασερ που είναι παλαιοντολόγος στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ στις ΗΠΑ.
Ο Σίλασερ, που μαζί με τον Ρόνα προσπαθεί και ο ίδιος επί 30 χρόνια να λύσει το μυστήριο της ταυτότητας του πλάσματος, λέει πως ο πρόγονος του έμβιου αυτού οργανισμού, το Ρaleodictyon nodosum, ήταν το πιο ασυνήθιστο πλάσμα εξαιτίας τους γεγονότος ότι οι δεκάδες τρύπες πάνω από το ενδιαίτημά του συνδέονται από κάτω με έναν λαβύρινθο από τούνελ. Η εικόνα αυτή, με τη γεωμετρική χωροταξία των εξαγωνικών οπών, αποτυπώθηκε σε μια σειρά από υποθαλάσσιες φωτογραφίες το 1976, τις οποίες όταν τις εξέτασε ο Ρόνα, θεώρησε ότι επρόκειτο για κάποια μορφή εξωγήινης ζωής που ήρθε να εποικίσει τα βάθη των ωκεανών.
Όσους θαλάσσιους βιολόγους και παλαιοντολόγους κι αν ρώτησε στη συνέχεια, κανείς δεν μπόρεσε να καταλάβει τι ήταν αυτό που έδειχνε η φωτογραφία. Και όταν το 1978 δημοσίευσε σε επιστημονική επιθεώρηση τις λεπτομέρειες της έρευνάς του γύρω από το παράξενο εύρημα, ο δρ Σίλασερ, που βρισκόταν τότε στο Ινστιτούτο Γεωλογίας και Παλαιοντολογίας του Πανεπιστημίου Τούμπινγκεν στη Γερμανία, του έγραψε λέγοντας ότι οι υποθαλάσσιες τρύπες ταίριαζαν απόλυτα με τα απολιθώματα του Ρaleodictyon nodosum. Ο τελευταίος ήταν ένας θερμόφιλος μικροοργανισμός που ζούσε, όπως και πολλά άλλα είδη μικροβίων σήμερα, σε περιβάλλοντα με πολύ υψηλές θερμοκρασίες, που ξεπερνούν τους 100 βαθμούς Κελσίου.
Όμως επειδή κανείς δεν είναι σίγουρος αν μιλάμε για τον ίδιο οργανισμό που εξαφανίστηκε πριν από 50 εκατομμύρια χρόνια ή για κάτι άλλο, αναγκαστικά οι επιστήμονες του έδωσαν το ίδιο όνομα, δηλαδή Ρaleodictyon nodosum. Τι είναι όμως αυτές οι τρύπες και ποιος τις δημιούργησε; Ο Ρόνα δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να εντοπίσει σε αυτές κάποιο απειροελάχιστο τμήμα του σώματος του οργανισμού, ούτε κάποιες βιολογικές ίνες ή υπολείμματα γονιδιακού υλικού.
Αλώβητοι από τους πέντε μεγάλους αφανισμούς ειδών
ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ζωντανοί οργανισμοί (μονοκύτταροι προκαρυωτικοί οργανισμοί) εμφανίστηκαν περίπου πριν από 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια, Όμως η μεγαλύτερη ποικιλία πολυκύτταρων οργανισμών άρχισε να εμφανίζεται στη αρχή της Κάμβριας Περιόδου (542 εκατ. χρόνια- 488 εκατ. χρόνια πριν από σήμερα). Οι πιο διαδεδομένοι ζωικοί οργανισμοί αυτής της περιόδου ήταν οι τριλοβίτες, πρωτόγονα θαλάσσια αρθρόποδα με εξωτερικό περίβλημα που έζησαν μέχρι και το τέλος του Παλαιοζωικού Αιώνα, δηλαδή 251 εκατ. χρόνια πριν από σήμερα. Κατά την Κάμβρια Περίοδο, εμφανίστηκε όπως εκτιμούν οι επιστήμονες και το Ρaleodictyon nosodum, ένας θερμόφιλος οργανισμός ο οποίος στην αρχή αναπτύχθηκε στα ρηχά νερά παράκτιων εκτάσεων και στη συνέχεια, ύστερα από εκατομμύρια χρόνια, μετοίκησε στη άβυσσο των ωκεανών. Οι οργανισμοί αυτού του είδους έμειναν αλώβητοι από τους πέντε μεγάλους αφανισμούς ειδών που γνώρισε ο πλανήτης μας. Ένας λόγος είναι ότι επιβιώνουν σε ακραία περιβάλλοντα, όπως οι υδροθερμικοί πόροι, από τους οποίους αναδύονται μέσα στη θάλασσα πολύ θερμά αέρια. Οι θερμόφιλοι οργανισμοί διαθέτουν ένζυμα που παραμένουν λειτουργικά σε θερμοκρασίες ακόμα και μεγαλύτερες από 80 βαθμούς Κελσίου.
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ