20 Ιουλ 2009

Ο θαυμασμός και ο οίκτος...στο στομάχι μας!

Οταν λέμε ότι μας «σφίγγεται το στομάχι» ή μας «ραγίζει η καρδιά» δεν ξέρουμε πόσο δίκιο έχουμε... Και αυτό γιατί συναισθήματα που αφορούν την ψυχική ή κοινωνική κατάσταση των άλλων ενεργοποιούν το ίδιο ακριβώς σύστημα που ελέγχει τα σπλάχνα μας ή τους παλμούς της καρδιάς μας .

Ακούμε κάτι δυσάρεστο για κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο και λέμε ότι σφίγγεται το στομάχι μας. Βλέπουμε τους ήρωες μιας κινηματογραφικής ταινίας να υποφέρουν και λέμε ότι ραγίζει η καρδιά μας. Υπερβολές; Φαίνεται πως όχι. Σύμφωνα με τις τελευταίες μελέτες αμερικανών νευροεπιστημόνων, ο οίκτος και η συμπόνια, όπως και ο θαυμασμός για κάποιον συνάνθρωπό μας, έχουν κατά κάποιον τρόπο τη δική τους «φυσιολογία». Αν και συναισθήματα- και μάλιστα ανώτερα και ευγενή- δημιουργούνται μέσα από τα δίκτυα που χρησιμοποιούνται για τις πλέον συνηθισμένες ή ευτελείς σωματικές λειτουργίες.
Γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο, επισημαίνουν οι ερευνητές, η αντίδρασή μας στο θέαμα του ανθρώπινου πόνου ή κάποιων ξεχωριστών ικανοτήτων είναι άμεση και ενστικτώδης. Γεννιέται μέσα από δίκτυα πολύ «παλιά», γεγονός το οποίο υπογραμμίζει την εξελικτική σημασία της. Το πιο εκπληκτικό είναι όμως ότι ο εγκέφαλός μας κάνει μια αυτόματη διάκριση ανάμεσα στον σωματικό και στον ψυχικό πόνο, στις σωματικές δεξιότητες και στο ηθικό σθένος ή την αρετή: στα μεν οι αντιδράσεις γεννιούνται άμεσα, στα δε χρειάζονται λίγο περισσότερο χρόνο για να «ωριμάσουν». Αυτό, σύμφωνα με τους ειδικούς, γεννά ορισμένους προβληματισμούς σχετικά με τους καταιγιστικούς ρυθμούς του μεντιακού πολιτισμού μας. Κάποιοι μάλιστα δεν δίστασαν να διατυπώσουν το ερώτημα: μήπως ο βομβαρδισμός εικόνων στα σύγχρονα μέσα ενημέρωσης και επικοινωνίας μάς κάνει λιγότερο ηθικούς;

Ο θαυμασμός στο μικροσκόπιο
Ως τώρα οι μελέτες του ανθρώπινου εγκεφάλου είχαν επικεντρωθεί κυρίως σε αρνητικά συναισθήματα, όπως ο φόβος ή ο πόνος. Για πρώτη φορά στην ιστορία της Νευροεπιστήμης μια μελέτη αποφασίζει να διερευνήσει θετικά συναισθήματα, όπως ο οίκτος και ο θαυμασμός.«Οι λόγοι για τους οποίους επιλέξαμε να εξετάσουμε αυτά τα συναισθήματα ήταν πολλοί»λέει μιλώντας στο «Βήμα» η Μαίρη-Ελεν Ιμορντίνο-Γιανγκ, επικεφαλής της έρευνας που διενεργήθηκε από το Ινστιτούτο Εγκεφάλου και Δημιουργικότητας του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας.«Από τους κυριότερους είναι το γεγονός ότι ο θαυμασμός και ο οίκτος αποτελούν μαζί ένα μεγάλο κομμάτι της βάσης των συναισθημάτων που συνιστούν την ηθική, και άρα παίζουν καθοριστικό ρόλο στην κοινωνία μας».

Ο οίκτος είναι το συναίσθημα που μας λέει ποιον πρέπει να συμπονέσουμε, ποιον πρέπει να βοηθήσουμε ή ποιος βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση. Ο θαυμασμός μάς λέει ποιον πρέπει να μιμηθούμε, σε ποιον πρέπει να δώσουμε αξία, ποιον πρέπει να επαινέσουμε και να ανταμείψουμε. «Ανάμεσα σε αυτά τα δύο συναισθήματα και στις κάθε λογής διαφοροποιήσεις τους μπορεί κανείς να καλύψει μεγάλο μέρος του βασικού πεδίου μέσα στο οποίο σχηματίζεται ο κοινωνικός ιστός»εξηγεί η νευροψυχολόγος.

Πώς «νιώθουμε» τους άλλους
Ως τώρα ήταν γνωστό στους επιστήμονες ότι βασικά συναισθήματα, όπως ο φόβος, η θλίψη και η χαρά, καθώς και περιορισμένα κοινωνικά συναισθήματα, όπως η ηθική αγανάκτηση, επιστρατεύουν, με διαφορετικά πρότυπα, νευρωνικά συστήματα του εγκεφάλου τα οποία έχουν σχέση με την αίσθηση και τη ρύθμιση σωματικών λειτουργιών (τα λεγόμενα «ομοιοστατικά συστήματα»). Επίσης ήταν γνωστό ότι ο οίκτος για τον σωματικό πόνο ενός άλλου ανθρώπου δημιουργείται σε μεγάλο βαθμό μέσα από τα δίκτυα που ο κάθε οργανισμός χρησιμοποιεί για την επεξεργασία του δικού του πόνου. Για να «αισθανθούμε» δηλαδή τον σωματικό πόνο των άλλων, να έχουμε ένα «μέτρο» του είδους και της έκτασής του, βασιζόμαστε στις δικές μας εμπειρίες, μέσα από σήματα που διακινούνται από τα ίδια συστήματα που μεταφέρουν τις δικές μας αισθήσεις σωματικού πόνου.

Οι ερευνητές θέλησαν να διαπιστώσουν αν αυτό επεκτείνεται και στις κοινωνικές συνθήκες.«Θέλαμε να δούμε αν χρησιμοποιούμε τα ίδια αυτά συστήματα του σωματικού πόνου για να κατανοήσουμε την κοινωνική οδύνη ή τον ψυχικό πόνο των άλλων, τον πόνο που δημιουργείται μέσα στο μυαλό τους, παρ΄ ότι αυτός δεν επενεργεί στο σώμα. Επίσης θέλαμε να δούμε τι γίνεται με τον θαυμασμό:χρησιμοποιούμε και εδώ την αίσθηση του σώματός μας,παρ΄ ότι δεν πρόκειται για ένα συναίσθημα που βασίζεται στον πόνο;».

Η ομάδα της κυρίας Ιμορντίνο-Γιανγκ χρησιμοποίησε τη λειτουργική τομογραφία και μεθόδους των συμπεριφορικών επιστημών, χωρίζοντας τα συναισθήματα σε τέσσερις καταστάσεις: τον οίκτο για τον σωματικό πόνο (ΟΣΠ), τον οίκτο για τον κοινωνικό πόνο (ΟΚΠ), τον θαυμασμό για τις δεξιότητες (ΘΔ) και τον θαυμασμό για την αρετή (ΘΑ). Οι εθελοντές άκουσαν αφηγήσεις και είδαν ταινίες και φωτογραφίες που παρουσίαζαν ιστορίες πραγματικών,«καθημερινών» ανθρώπων και περιστατικά είτε καθαρού σωματικού πόνου (όπως για παράδειγμα ένας τραυματισμός), είτε κοινωνικής ή ψυχικής οδύνης, είτε εξαιρετικών δεξιοτήτων που όμως δεν αφορούσαν την ηθική πλευρά του χαρακτήρα του πρωταγωνιστή, είτε ενάρετων πράξεων και ηθικού σθένους. Οι συμμετέχοντες στο πείραμα δεν γνώριζαν τις κατηγορίες συναισθημάτων που ήθελαν να προκαλέσουν οι ερευνητές, ούτε και ποιο συναίσθημα αντιστοιχούσε σε κάθε ιστορία ή εικόνα που έβλεπαν.

Οπως ακριβώς υποπτεύονταν οι ερευνητές, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σε μεγάλο βαθμό η δημιουργία των συναισθημάτων του οίκτου και του θαυμασμού γίνεται σε γενικές γραμμές μέσα από το ίδιο σύστημα- αυτό το οποίο αφορά την επεξεργασία του σωματικού μας πόνου.«Τα δύο συστήματα φάνηκαν σε μεγάλο βαθμό να αλληλοκαλύπτονται»εξηγεί η κυρία Ιμορντίνο-Γιανγκ. Το μη αναμενόμενο εύρημα- και ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία του πειράματος - ήταν ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τα δύο αυτά συναισθήματα: αντί να κάνει τη διάκριση ανάμεσά τους, χρησιμοποιώντας ένα έστω και ελάχιστα διαφορετικό σύστημα για το καθένα, η διαφοροποίηση γίνεται με βάση την «ποιότητά» τους, το αν δηλαδή αφορούν τις σωματικές ή τις κοινωνικοψυχολογικές συνθήκες, τον εξωτερικό ή τον εσωτερικό μας κόσμο.

Γιατί μας «σφίγγεται» το στομάχι

Τι κοινό έχουν ο σωματικός πόνος και ο οίκτος; Πρόκειται για συναισθήματα που γεννιούνται μέσα από το ίδιο σύστημα του εγκεφάλου Ολες οι κατηγορίες των συναισθημάτων ενεργοποιούσαν σε γενικές γραμμές τις ίδιες περιοχές του εγκεφάλου στον κογχομετωπιαίο φλοιό, την πρόσθια περιοχή της νήσου, την υπερχείλια έλικα και τον προκινητικό φλοιό. Ωστόσο υπήρχε μια διαφοροποίηση. Στη μία πλευρά βρίσκονται, όπως εξηγεί η καθηγήτρια, «τα συναισθήματα που αφορούν τις σωματικές συνθήκες ή ικανότητες των άλλων, όπως, ας πούμε, το να βλέπουμε κάποιον να σπάζει το πόδι του ή να λύνει με κλειστά μάτια τον κύβο του Ρούμπικ-κάτι το οποίο προκαλεί τον θαυμασμό μας, αλλά δεν μας κάνει να θέλουμε να το μιμηθούμε, να αλλάξουμε τον εαυτό μας, το ποιοι είμαστε» . Αυτές οι δύο «σωματικές» κατηγορίες συναισθημάτων φάνηκε να ενεργοποιούν κυρίως το ανώτερο και οπίσθιο τμήμα του προκινητικού φλοιού καθώς και, επιπλέον, την οπίσθια περιοχή της νήσου και γενικώς να επιστρατεύουν το σύστημα που ελέγχει τις μυοσκελετικές λειτουργίες του σώματος, δηλαδή τις κινήσεις των χεριών και των ποδιών, του προσώπου ή του κεφαλιού.

Σε αντιδιαστολή, τα συναισθήματα που αφορούν την ψυχική και κοινωνική κατάσταση των άλλων, το «μυαλό»των άλλων, όπως εξηγεί χαρακτηριστικά η ερευνήτρια, φάνηκαν να ενεργοποιούν κυρίως το κατώτερο και πρόσθιο τμήμα του προκινητικού φλοιού και να επιστρατεύουν το σύστημα που συνδέεται έντονα με το συναίσθημα και τη ρύθμιση των εσωτερικών λειτουργιών του οργανισμού, των σπλάγχνων και των εντέρων. Αυτό, τονίζουν οι ερευνητές, σημαίνει ότι ο εγκέφαλός μας χρησιμοποιεί και πάλι το σώμα μας σαν μια «πλατφόρμα» για να αξιολογήσει και να αισθανθεί την ψυχολογική κατάσταση και τα συναισθήματα των άλλων, όχι όμως στην «εξωτερική», μυοσκελετική πλευρά του, αλλά στην «εσωτερική», αυτή των ζωτικών οργάνων του.

«Τελικά οι ποιητές είχαν δίκιο όταν μιλούσαν για ραγισμένες καρδιές και σφίξιμο στο στομάχι απέναντι στην οδύνη των άλλων»λέει η κυρία Ιμορντίνο-Γιανγκ. «Κυριολεκτικά,γι΄ αυτά τα συναισθήματα χρησιμοποιούμε τα νευρωνικά συστήματα που υποστηρίζουν, ας πούμε, τον στομαχόπονο,τα συστήματα που μας λένε αν πονάει το στομάχι μας, που ρυθμίζουν τη χημεία του αίματος και τους παλμούς της καρδιάς ή την αναπνοή μας».

Η εμπειρία μετράει... δευτερόλεπτα
Ενα άλλο σημαντικό νέο εύρημα της μελέτης αφορά τον χρόνο επεξεργασίας αυτών των συναισθημάτων. Η αντίδραση του εγκεφάλου στον σωματικό πόνο ή στις δεξιότητες των άλλων φάνηκε να είναι άμεση και σύντομη. Αντιθέτως, στα συναισθήματα που είχαν σχέση με τον ψυχικό πόνο των άλλων, την κοινωνική τους κατάσταση, την ενάρετη συμπεριφορά τους, τον χαρακτήρα τους, το τι σκέφτονται και αισθάνονται, εμφανίστηκε πιο αργή και διαρκούσε περισσότερο. Η διαφορά ήταν περίπου τέσσερα με έξι δευτερόλεπτα, διάστημα το οποίο, αν και φαίνεται ασήμαντο, είναι τεράστιο όταν μιλάμε για εγκεφαλικές λειτουργίες οι οποίες συντελούνται μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου.

«Φαίνεται ότι χρησιμοποιούμε μεν τα ίδια συστήματα για τη δημιουργία αυτών των συναισθημάτων, αλλά το κάνουμε με διαφορετικό, λιγότερο άμεσο τρόπο»επισημαίνει η κυρία Ιμορντίνο-Γιανγκ.«Η χρονική καθυστέρηση στον σχηματισμό της αξιολόγησης της συναισθηματικής ή της ψυχολογικής κατάστασης των άλλων μάλλον απεικονίζει την ανάκληση πολιτισμικών και επεισοδιακών πληροφοριών από τη δική μας προσωπική ιστορία,οι οποίες μπορούν να μας πουν τι είναι πιθανό να ισχύει,να μας δώσουν στοιχεία για όλα αυτά που εμείς αισθανόμαστε για τον κόσμο ώστε να μπορέσουμε να νιώσουμε πλήρως ένα συναίσθημα το οποίο αφορά το μυαλό,τον εσωτερικό κόσμο των άλλων,όπως είναι ο θαυμασμός για την αρετή».

Η έρευνα χαιρετίστηκε ως πολύ σημαντική από τους ειδικούς γιατί έρχεται να επιβεβαιώσει προηγούμενες θεωρίες τους, ότι τα κοινωνικά συναισθήματα έχουν βαθιές εξελικτικές ρίζες και επιστρατεύουν για τη δημιουργία τους τα ίδια ακριβώς συστήματα που έχουν δημιουργηθεί για να ρυθμίζουν την επιβίωσή μας.«Είναι τα συστήματα που διατηρούν τους παλμούς της καρδιάς και της αναπνοής σας στον σωστό ρυθμό ενώ εσείς κοιμάστε,αυτά που διατηρούν τη συνείδηση σε αντιδιαστολή με το να βρίσκεται κανείς σε κώμα»εξηγεί η κυρία Ιμορντίνο-Γιανγκ.

Πρόκειται για αρχέγονα και ζωτικής σημασίας νευρωνικά συστήματα τα οποία βρίσκονται βαθιά στο εγκεφαλικό στέλεχος και, εξελικτικά, είναι πολύ παλαιά.«Λειτουργούν αυτόματα» συμπληρώνει η νευροεπιστήμονας, «δεν έχετε συναίσθηση γι΄ αυτά και δεν μπορείτε να τα ελέγξετε με κανέναν τρόπο.Και όμως βλέπουμε αυτά τα “χαμηλού επιπέδου” συστήματα να ενεργοποιούνται όταν νιώθουμε τα πλέον εξελιγμένα,τα πλέον πολιτισμικά πολύπλοκα, τα πιο ευγενή και μοναδικά ανθρώπινα συναισθήματα, όπως η συμπόνια ή ο θαυμασμός για την αρετή».

Η αρετή στην ψηφιακή εποχή
Το ενδιαφέρον των ειδικών προκάλεσε επίσης το εύρημα της χρονικής διαφοράς ανάμεσα στην επεξεργασία των διαφορετικών ειδών συναισθημάτων. Πολλοί αναρωτήθηκαν μήπως ο ταχύς ρυθμός εναλλαγής των εικόνων της ψηφιακής εποχής δεν ευνοεί τον σχηματισμό αυτών των ανώτερων και ευγενών συναισθημάτων, με αποτέλεσμα να μας κάνει λιγότερο ηθικούς.«Δεν υποστηρίξαμε ποτέ, όπως πέρασε σε ορισμένα μέσα ενημέρωσης, ότι η χρήση των ψηφιακών μέσων ή ορισμένων κοινωνικών δικτυακών τόπων μάς κάνει ανήθικους ή λιγότερο κοινωνικά υπεύθυνους» τονίζει η κυρία Ιμορντίνο-Γιανγκ. «Αυτό όμως το οποίο οπωσδήποτε υποδεικνύει η έρευνά μας είναι ότι θα πρέπει να δούμε με περισσότερη προσοχή τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζονται οι εικόνες,ιδιαίτερα στις ειδήσεις και γενικότερα στην τηλεόραση,στον κινηματογράφο και στα ηλεκτρονικά παιχνίδια, που υιοθετούν συνήθως πολύ γρήγορο ρυθμό».

Οι μελέτες θα πρέπει να συνεχιστούν ώστε να διερευνηθούν οι τρόποι με τους οποίους τα μέσα επικοινωνίας μπορούν να επηρεάσουν το πώς αντιμετωπίζουμε τους συνανθρώπους μας και την ηθική συμπεριφορά μας. Επίσης, όπως τονίζει η κυρία ΙμορντίνοΓιανγκ, η οποία ασχολείται ιδιαίτερα με την εκπαίδευση, για να ανιχνεύσουμε τρόπους με τους οποίους θα εκπαιδεύσουμε καλύτερα τα παιδιά και θα τους διδάξουμε την ανεκτικότητα και την κοινωνική αλληλεγγύη.

«Σε έναν κόσμο όπου η ανάμειξη των πολιτισμών και η παγκόσμια ενσωμάτωση παίρνουν πρωτοφανείς διαστάσεις»υπογραμμίζει«οι έρευνές μας μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τους τρόπους με τους οποίους τα παιδιά αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και διδάσκονται το ένα από το άλλο και από τους ενηλίκους.Πώς δηλαδή “μοιραζόμαστε” το μυαλό και τον εσωτερικό μας κόσμο».Η νευροψυχολόγος συνεργάζεται με δασκάλους σε μια προσπάθεια σχεδιασμού καλύτερων μεθόδων διδασκαλίας και επικοινωνίας με τους μαθητές, οι οποίες θα προωθούν μια ηθική συμπεριφορά αλληλεγγύης, διατηρώντας ταυτοχρόνως την πολιτιστική ιδιαιτερότητα του κάθε παιδιού.«Στόχος μας» τονίζει«είναι να βοηθήσουμε στην ανάπτυξη κοινωνικά υπεύθυνων παιδιών,με κατανόηση για τη θέση και τη δυστυχία του άλλου».

Πηγή: ikypros.com